Dictionary of Greek. 2013.
σούτρας — και σούδρας, ο, Ν άκλ. η τελευταία από τις τέσσερεις κοινωνικές τάξεις τής Ινδίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. ινδ. śūdra] … Dictionary of Greek